Doc.gr
Δημοσιεύτηκε: Πέμπτη, 03 Οκτωβρίου 2013
Επίδραση εγκυμοσύνης σε δέρμα και μαλλιά

Κατά τη διάρκεια της κύησης παρατηρούνται αξιοσημείωτες ορμονολογικές και ανοσολογικές μεταβολές πολλές από τις οποίες εκφράζονται με χαρακτηριστικές δερματολογικές εκδηλώσεις. Πρόκειται για δερματοπάθειες που οφείλονται είτε σε φυσιολογικές μεταβολές ή απλώς κάνουν την εμφάνισή τους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.    

- Φυσιολογικές μεταβολές του δέρματος κατά την κυοφορία.                                                                                                                                                      Η μεταβολή που παρατηρείται συχνότερα είναι η υπερμελάγχρωση κυρίως στις θηλές των μαστών, στα μικρά χείλη του αιδοίου, στις πτυχές (μασχάλες), σε περιοχές όπου υπάρχει τριβή (πχ. μεταξύ των μηρών), και ιδιαίτερα κατά μήκος της λευκής γραμμής στην κοιλιακή χώρα που παίρνει ένα γκρι σκούρο χρώμα με αποτέλεσμα να μετονομάζεται σε μαύρη γραμμή. Η υπερμελάγχρωση που παρατηρείται στο πρόσωπο είναι το γνωστό μέλασμα, το οποίο εμφανίζεται συχνότερα σε μελαχρινές γυναίκες και οφείλεται στην αύξηση των επιπέδων διαφόρων ορμονών, όπως είναι τα οιστρογόνα, η προγεστερόνη, η MSH ορμόνη. Κατά την εγκυμοσύνη μπορεί να παρουσιαστούν μεταβολές και στα νύχια των άνω και κάτω άκρων και συνδέονται με το χρώμα των νυχιών (γίνονται πιο θαμπά), την εμφάνιση γραμμώσεων ή ακόμη και σε ονυχόλυση (αργός προοδευτικός αποχωρισμός του νυχιού από την κοίτη του). Στο αγγειακό δίκτυο παρατηρούνται έντονες μεταβολές όπως είναι οι αραχνοειδείς σπίλοι ή παλαμιαίο ερύθημα τα οποία υποστρέφουν ή και εξαφανίζονται εντελώς μετά την εγκυμοσύνη, ενώ άλλες βλάβες όπως τηλεαγγειεκτασίες , μικρά αιμαγγειώματα ή φλεβίτιδα στα πόδια και στο περίνεο είναι μόνιμες η χαλάρωση των φλεβικών αυτών αγγείων οφείλεται επίσης σε ορμονολογικές μεταβολές και επιδράσεις. Οι ιδρωτοποιοί αδένες μπορεί να υπερλειτουργούν (εκκρινείς αδένες) οπότε έχουμε υπεριδρωσία ή μπορεί να υπολειτουργούν (αποκρινείς ιδρωτοποιοί αδένες). Όμως, το πιο ενοχλητικό για τις εγκύους είναι οι ραβδώσεις, οι οποίες εμφανίζονται ξαφνικά σε ποσοστό περίπου 90% και με μεγαλύτερη συχνότητα σε νεότερες γυναίκες, που έχουν πάρει αρκετά κιλά. Αυτές οφείλονται στο τέντωμα του δέρματος κατά τη διάταση της κοιλιάς, κατά την κατακράτηση ύδατος, την αύξηση του σωματικού βάρους της εγκύου αλλά και στις μεταβολικές αλλαγές στο συνδετικό ιστό και εμφανίζονται με μεγαλύτερη συχνότητα στην κοιλιά, στο στήθος και στους μηρούς.               

Κατά την περίοδο της κυοφορίας επηρεάζεται άμεσα και το τριχωτό της κεφαλής. Ειδικότερα η τρίχα γίνεται πιο δυνατή, η κερατίνη στιβάδα ισχυροποιείται, μαλλιά, που ήταν άχρωμα και λεπτά γίνονται πιο λαμπερά, ενώ η σμηγματόρροια, που τυχόν προϋπήρχε ελαττώνεται κατά πολύ ή ακόμη και εξαφανίζεται. Λόγω της υψηλής στάθμης των οιστρογόνων στον οργανισμό, της εγκύου τα μαλλιά αναπτύσσονται ταχέως ενώ σταματά και η τριχόπτωση με αποτέλεσμα εκτός από ποιοτική να παρατηρείται και ποσοτική βελτίωση του τριχωτού της κεφαλής. Μεγάλη τριχόπτωση συνήθως εμφανίζεται μεταξύ τρίτου και τέταρτου μήνα μετά τον τοκετό-φαινόμενο παροδικό αφού η φυσιολογική διαδικασία απώλειας των τριχών αποκαθιστάται πλήρως μετά από έξι έως δώδεκα μήνες. Αν παρόλα αυτά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης παρατηρηθεί υπέρμετρη απώλεια τριχών  αυτό πολύ πιθανόν να οφείλεται σε έλλειψη βιταμινών και ιχνοστοιχείων.               

- Ειδικές δερματοπάθειες κατά την κύηση.                                                                                                                                                                                 1)   Κνίδωση της κύησης- Ατοπικό εξάνθημα της κύησης. Πρόκειται είτε για ατοπική δερματίτιδα, που προϋπήρχε και υποτροπιάζει κατά την περίοδο της κύησης ή για δερματική έκφραση της ατοπικής προδιάθεσης της εγκύου.  Εκδηλώνεται στο πρώτο τρίμηνο της κύησης, σε τυπικές εντοπίσεις της ατοπικής δερματίτιδας, όπως αυχένας, πρόσωπο, καμπτικές επιφάνειες των άκρων αλλά και σε άλλες θέσεις όπως στους γλουτούς και στην κοιλιά. Ο κνησμός είναι διαφορετικού βαθμού ενώ η κατάσταση τείνει να υποτροπιάζει σε επόμενη κυοφορία. Η θεραπεία, μπορεί να είναι τοπική και να περιλαμβάνει σκευάσματα πλούσια σε ενυδατικούς, αντικνησμώδεις και αντιερεθιστικούς παράγοντες (ουρία, πολιδοκανόλη, τοπικά κορτικοστεροειδή) ή σε πιο βαρειές περιπτώσεις να είναι συστηματική (αντιισταμινικά, αντιβιοτικά και κορτικοστεροειδή από το στόμα). Σε περισσότερο επίμονες περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί και η υπεριώδης ακτινοβολία UVB.  

2)      Πολύμορφο ερύθημα της κύησης. Εμφανίζεται με συχνότητα 1:150-1:200 και συνήθως κατά την πρώτη εγκυμοσύνη χωρίς να υποτροπιάζει. Το αίτιο είναι άγνωστο ενώ παράγοντες κινδύνου αποτελούν το υπέρμετρο σωματικό βάρος και οι πολύδυμες κυήσεις. Κλινικά παρατηρείται μεγάλη ποικιλομορφία βλαβών, οι οποίες εμφανίζονται συνήθως το τελευταίο τρίμηνο της κυοφορίας και εγκαθίστανται στην περιοχή των ραβδώσεων-στους μηρούς, στους γλουτούς, στις πλευρικές επιφάνειες του κορμού, στους βραχίονες και κυρίως περιομφαλικά. Δεν υπάρχει κίνδυνος για το έμβρυο. Οι βλάβες αποδράμουν περίπου τέσσερις εβδομάδες μετά τον τοκετό. Η θεραπεία είναι συμπτωματική και στοχεύει στον έλεγχο του κνησμού όπως στην προαναφερθείσα περίπτωση των ατοπικών βλαβών.  

3)      Πεμφιγοειδές ή έρπης της κύησης. Πρόκειται για την πιο ειδική δερματοπάθεια της εγκυμοσύνης. Δεν έχει τίποτε κοινό με τον απλό έρπη. Εμφανίζεται με συχνότητα 1:2000-1:50.000. Κλινικά εκδηλώνεται με κνιδωτικές βλατίδες και πλάκες έντονα κνησμώδεις, που εμφανίζονται συνήθως κατά το τρίτο τρίμηνο της κύησης ή και αμέσως μετά τον τοκετό. Αρχικά εγκαθίστανται στην περιοχή της κοιλιάς αλλά πολύ γρήγορα εξαπλώνονται προσβάλλοντας κάποτε  το πρόσωπο. Αξίζει να σημειωθεί, ότι ένα μικρό ποσοστό νεογέννητων (5-10%) από μητέρες που νοσούν φέρουν το εξάνθημα για περιορισμένο χρονικό διάστημα (μερικές εβδομάδες).Το νόσημα αυτοπεριορίζεται ενώ η θεραπεία είναι συμπτωματική.              

4)   Ερπητοειδές μολυσματικό κηρίο. Πρόκειται για μορφή ψωρίασης, που ξεκινά συνήθως  περιομφαλικά . Εκδηλώνεται με άσηπτες φλύκταινες σε ερυθηματώδη βάση. Η κατάσταση εκδηλώνεται συχνότερα στο τρίτο τρίμηνο ενώ χαρακτηρίζεται όχι από ιδιαίτερο κνησμό αλλά από  συστηματικά συμπτώματα όπως πυρετό, ρίγος ναυτία, έμετο διάρροια,υπολευκωματιναιμία, τετανία  (υπασβεστιαιμία) Περγράφονται  αυξημένα ποσοστά  εμβρυϊκής θνητότητας  και η θεραπεία επέρχεται αρκετούς μήνες μετά τον τοκετό .     

5)     Ενδοηπατική χολόσταση. Στο τέλος θα αναφερθούμε σε μια κατάσταση αρκετά σοβαρή, η οποία αν δεν διαγνωστεί εγκαίρως μπορεί να οδηγήσει σε εμβρυικό θάνατο (ανοξία και καταστολή της καρδιακής λειτουργίας του εμβρύου).  Πιο συγκεκριμένα πρόκειται για την ενδοηπατική χολόσταση ,που οφείλεται σε αύξηση της συγκέντρωσης των χολικών αλάτων στο αίμα της εγκύου, με αποτέλεσμα να παρατηρείται αφόρητος κνησμός ιδιαίτερα κατά τις νυχτερινές ώρες. Αρχικά προσβάλλονται παλάμες και πέλματα αλλά σύντομα το πρόβλημα επεκτείνεται σε μηρούς, γλουτούς και κοιλιά. Σε προχωρημένες καταστάσεις κάποιες ασθενείς εκδηλώνουν ίκτερο, ενώ υπάρχει αυξημένος κίνδυνος αιμορραγίας, ανεπάρκειας της βιταμίνης Κ και εμφάνισης χολολίθων. Ο κνησμός αρχίζει λίγες μέρες μετά τον τοκετό ενώ ο ίκτερος λίγες εβδομάδες μετά. Θεραπευτικά χρησιμοποιείται το  ουρσοδεσοξυχολικό οξύ-είναι το μόνο που ελαττώνει τον κνησμό και την εμβρυική θνησιμότητα (1-2%). Πολύ σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση του νοσήματος παίζουν τα οιστρογόνα και η προγεστερόνη,  ενώ πιθανός εκλυτικός παράγοντας φαίνεται να είναι η ανεπάρκεια σεληνίου στον οργανισμό, η αυξημένη εντερική διαπερατότητα καθώς και άλλοι διαιτητικοί παράγοντες.  



  • Διάδωσέ αυτό το άρθρο: